Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα ΟΣΤΡΑΚΑ
Εικόνα
  Αποχαιρετώντας τον Θανάση Βαλτινό. Τον Θανάση. Όπως μπήκε στη ζωή μας μέσα από δημιουργικές καταβάσεις και αναβάσεις, τα δημιουργικά επί χάρτου ταξίδια στην Αξιοθέα Πρεσπών, στην Αριδαία, στα Γιαννιτσά. Με τον Μίμη, τον Μίμη Σουλιώτη, τον εισηγητή του δημιουργικού γραψίματος στην Ελλάδα. Μια λησμονημένη υπόθεση, που δεν είναι της ώρας να μιλήσει κανείς για την πίκρα αυτής της λήθης. Αποχαιρετώ τη γενναιοδωρία της παρουσίας του, των λόγων του το ευθύβολο, το οξυδερκές βλέμμα του πάνω και μέσα και κάτω από το κείμενο που του άφηνες στα χέρια του. Αποχαιρετώ την έγνοιά του, το χαμόγελό του, την ευγένεια και προσήνειά του. Τη φιλία του. Τον αποχαιρετώ -και αυτόν. "Άραγε εκείνοι που θα ζήσουν εκατό διακόσια χρόνια ύστερα από μας, και που εμείς τώρα τους ανοίγουμε τον δρόμο, θα μας θυμούνται καθόλου; Θα λένε για μας κανέναν καλό λόγο;" ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ, Το άλσος των μυροφόρων, Εθισμός στη νικοτίνη, 2003 "Όταν έχεις φτάσει στην άκρη του δρόμου, ο δρόμος δεν σου

Κλήδονας

Εικόνα
Αη Γιάννης του Κλήδονα. Ριζικάρης και Φανιστής. Το πέρασμα πάνω απ' τη φωτιά, η κάθαρση πάνω από τη φλόγα και τη στάχτη, το νερό, το αμίλητο νερό, κι ύστερα η αγρύπνια του νερού κάτω απ' τ' άστρα. Μια νύχτα, κάτω απ' τ' άστρα. Πιο πριν ήταν ο Κλήδονας στην αρχαιότητα. Και τώρα μέρες της Πεντηκοστής, Αγίου Πνεύματος. Πώς η αγωνία και η ανάγκη για μαντεία, πώς μεταλλάχτηκε στην ελπίδα της φώτισης, της προσευχής, της ανάπαυσης των κεκοιμημένων. Πώς όλα συνταιριάζονται -τα πριν και τα επόμενα-  αριστοτεχνικά στ' "Αγνάντεμα" του Παπαδιαμάντη. Πώς η Φλάνδρα Φλανδρώ έγινε προσευχή. Πώς κάτι έρχεται και αποκαλύπτεται τώρα -συμπυκνωμένο. Χτες κράτησα για πρώτη φορά τον Άη Γιάννη -αυτό το άγριο άνθος-  που στόλισαν μ' αυτό  γκιούμια μικρά και άλλα πήλινα στο δρόμο για τ' αμίλητο νερό. Η βρύση έγινε παραλήπτης τραγουδιών και ευχών κι όλα τα ύδατα της πρώην βυζαντινής Σισανιούπολης αναταράχτηκαν. Ύστερα έπιασε βροχή και κεραυνοί και τα δέντρα -δεν προλάβαμ

Λεπτομέρεια από ένα σεντόνι

Εικόνα
  Ένα σεντόνι από τα Γιάννενα του 18ου αιώνα. Ένα κέντημα γραφτό με μετάξια πολύτιμα. Ένας γάμος πάνω σ' αυτό. Ο γαμπρός καβαλάρης σ' άλογο σχεδόν από τη θάλασσα ή τον ουρανό. Ίσως και φτερωτό.  Η νύφη από κοντά. Χαμένη σ' ένα ημίλευκο αγνότητας στεφανωμένης  σε χρώμα της γης ή της άμμου, που πρόκειται εντός ολίγου να αλωθεί. Ή να ταξιδευτεί.  Ανάμεσά τους η συνοδεία της. Φύλακες που θα χάσουν γρήγορα την ισχύ. Γύρω τους λουλούδια πουλιά μυθικά γαρύφαλλα, τουλίπες,  όλα με κάποιο τρόπο αθάνατα, εδεμικά. Δια των πολύχρωμων κεντητών ευχών να στεργιώνουν τα καθημερινά. Ή και να φωτίζουν σε στιγμές άγνωστες -φευγαλέες ασφαλώς- τα κεκρυμμένα μυστήρια της επικείμενης ανθοφορίας του "μαζύ".  Το διασωθέν σεντόνι από την Ήπειρο όλα τα έσωσε. Μονάχα δε μαρτύρησε τα πρόσωπα που στέγασε. Αν στάθηκε το ίδιο μεταξωτή και πολύχρωμη η επιούσια ζωή.

κεντίδια από παλιά

Εικόνα
  Οι γκλίτσες, έργα ανθρώπων με μάτι αχάλαστο από το κακό γούστο που πλημμυρίζει τις πολιτείες, παρά τις μικρές τους διαστάσεις, έχουν κάτι το επιβλητικό. Ακόμα κι όταν το θέμα τους είναι εύθυμο, υπάρχει ένας πρωτεϊκός τόνος στο έργο. Τα μικρά αυτά σκαλισμένα κομμάτια ξύλου κρατούν μέσα τους κάτι από τη μυστική σιωπή των δασωμένων βουνών" ΚΙΤΣΟΣ ΜΑΚΡΗΣ, 1956 Όταν η γκλίτσα έπιασε την άκρη της, για να μπουν στο παιχνίδι τα μπατόν. Κάτι τότε απωλέσθη δια παντός, αυτή η τρυφερότητα του χεριού πάνω στο "κεντημένο" ξύλο και η δύναμη από τη μορφή την κεντημένη που αναβλύζει. Εδώ σταματώ. Για να μη χαθεί η ομορφιά των λόγων του Μακρή, μέσα στο ειπωμένο παράπονο που ακολουθεί. Φωτογραφία: βαλσαμόχορτο στα λοφάκια πριν το Βαρυκό Φλώρινας,  πιο κοντά όμως στην Πτολεμαΐδα. Και η γκλίτσα, κεντημένη και χαρισμένη από τον κυρ Νικόλα Τσιάρα,  από την Εράτυρα και τα  Νάματα. Γοργόνα είναι απάνω της.  Κεντημένο λέγανε παλιά το σκάλισμα απάνω στο ξύλο. Κεντίδια, λελούδια, πουλάκια, ζούμπε

η ορχήστρα της Φωτεινής

Εικόνα
Από τότε που έφυγε η Φωτεινή από κοντά μας στην ίδια ορχήστρα την ακούω και τη βλέπω. συντροφιά με τον φίλο της Νάσο και με όλους τους αγαπημένους,  δίπλα στο χωραφάκι στον Μόλυβο, πάνω από την Εφταλού, με το μισό πιθάρι κι απέναντι το άλλο μισό, με τις λέξεις της, θραύσματα, κατακαλόκαιρο, σε ήλιο καυτό. μαρτυρικό. κι είναι σήμερα ο ουρανός για χάρη της ελληνικός, πιο ελληνικός από ποτέ, 6 χρόνια από τότε. και έναστρος, και παραθαλάσσιος. κι ας μη βλέπω σπιθαμή της θάλασσας. και συνεχίζει να μυρίζει, πιο έντονα από ποτέ, μοναξιά και γλυκάνισο. το άρωμά της. τ' ολόδικό της. Η ΟΡΧΗΣΤΡΑ Στο σταθμό των επαρχιακών λεωφορείων, ο ήλιος αυγουστιάτικος έκαιγε τα πάντα. Στο βάθος η ζέστη χνώτιζε τους δρόμους. Άνθρωποι ιδρωμένοι ανέβαιναν βιαστικοί στα λεωφορεία, ανυπόμονοι να φτάσουν στα σπίτια τους, να πετάξουν τα παπούτσια, να πιουν δροσερό νερό. Κάτω από τη φτελιά, μελαχρινός, σαν έπιπλο παλιό, και ιδρωμένος ο Τριαντάφυλλος καθόταν καταγής, ακουμπισμένος στον κορμό του δέντρου. Στα γόνατ

επίγραμμα ή το συναξάρι της ημέρας

Εικόνα
  ΑΛΕΞΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Όταν δε θα υπάρχω εγώ θα υπάρχει το πέρασμά μου από εκεί που κάποτε υπήρξα Θα υπάρχει η αμυδρή μνήμη της φευγαλέας παρουσίας Θα υπάρχει η μνήμη της απουσίας. Ο.Ν., Της αλυπίας είναι η χώρα, εκδόσεις Ιδαλγός, 2009 [φωτογραφία, Ο.Ν. Χίος 2020] 

Είσαι ο πανσέληνός μου. Γράφε το.

Εικόνα
  αυτό το ποίημα είναι ένα μακρινό ταξίδι. αυτό το μακρινό ταξίδι είναι ένα μισό πιθάρι. το μισό πιθάρι είναι μακρινό ταξίδι. κι αυτό το λένε πατρίδα.   ΜΑΡΟΥΛΑ   17 Νοεμβρίου 2020 Η νοητική αναπηρία είναι μονάχα δυο λέξεις. Το θαύμα της μοναδικότητας -ένα υπεράριθμο χρωμόσωμα απλώς-   είναι απερίφραστο. Ένα παιδί μιλάει. Δεν μιλάει πάντα. Όταν, όμως, μιλά, ο κόσμος γίνεται ένα ποίημα. Από αυτά τα άγραφα ποιήματα. Που υπαγόρευαν την καταγραφή τους. Αυτό το παιδί τα τραβά με το χεράκι του στη γη  και έτσι -μέσα από τα δικά του μάτια- σαρκώνονται. Αυτή είναι η προϊστορία αυτού του "σώματος" που κρατήθηκε σε τετράδια σκόρπια αυτά τα χρόνια. Τώρα μοιράζεται Για να δει κανείς αλλιώς . πως η έρημος μπορεί να φαίνεται θάλασσα ή πως ο άμμος μπορεί να μοιάζει με χιόνι. Ή απλά πως όμορφος γίνεται κανείς άμα αγαπά.   Είσαι ωραία; Τι σημαίνει ωραία;   Να αγαπάς . Η Μαρία Βλαχοδήμου γ εννήθηκε το 2003 και πολύ γρήγορα διαγνώστηκε με μια ε

πάλιν και πολλάκις

Εικόνα
  είναι που η φάτνη επανέρχεται για να θυμίζει ότι υπήρξε  απλή σιωπηλή  ενσαρκωμένη όπως η αγάπη  ✨ /Η Γέννηση, Αντρέι Ρουμπλιόφ/

Δύο στόματα. Δίστομο

Εικόνα
  Ο Σύλλογος Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων ΑμεΑ Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας  στα πλαίσια του ετήσιου προγράμματος ΝΗΜΑΤΑ γιορτή σε 4 εποχές ,  σας προσκαλεί στα Νήματα του Οκτωβρίου ,  Σάββατο 21 Οκτωβρίου, ώρα 6 μ.μ. στο Πνευματικό Κέντρο Πτολεμαΐδας   με τη συγγραφέα Κατερίνα Δημόκα .  Η συγγραφέας, μέσα από το βιβλίο της « Δύο στόματα»   συνομιλεί με τα πρόσωπα, τις λέξεις, μαζί μας,  σε μια προσπάθεια να χαρτογραφηθεί η αναπηρία μέσα από τους ήρωες  και συγκεκριμένα η ψυχογενής αναπηρία που οφείλεται σε τραύματα της νεότερης Ιστορίας. « Το Δίστομο θα με τιμωρεί όσο βλέπω το φως. Τώρα ξέρω την αλήθεια για τις φριχτές μου πράξεις. Τώρα όλα μού είναι καθαρά. Δε βαστάω τα αίσχη που έχω διαπράξει, τη γραμμή του αίματος που σέρνεται πίσω μου » ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΗΜΟΚΑ, Δύο στόματα Δύο στόματα. Δίστομο. Ιούνιος 1944. Πύργοι Ερμακιά Κλεισούρα Απρίλιος 1944 Μεσόβουνο Οκτώβριος   1941 /Απρίλης 1944 Ένας παππούς σχεδόν με ολική τύφλωση, ένας εγγονός μυωπικός.  Ένα ταξίδι από τη Γερμανία, το

η Πλατυτέρα αγκαλιά

Εικόνα
  ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΊΑ Μιλῆστε Της ἐλεύθερα, πῆτε Της. Εἶναι δικιά μας, ξέρει. ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ 🌱 /ξωκκλησι Παναγίας.  Εμπόριο, Δυτική Μακεδονία/

οι νυχτοφύλακες ή ξωκκλησι

Εικόνα
είναι μια γυναίκα, ο κόσμος τη λέει τρελή. έξω χαράματα, μάζευε από το πλάι των δρόμων σκουπίδια, ντενεκεδες, χαρτοκουτα, πλαστικά. δεν της μίλησα.  πήρα το δρόμο των βουνών. πάνω οι ανεμοφασιστριες ετοιμάζονται. οι δρόμοι σκαφτηκαν, τα ζώα λουφαξαν,  τα περάσματα έρημα. παντού ο άνθρωπος. και η ασχήμια που σκορπά. η δυσωδία. κατεβαίνω. κλαίνε τα βουνά, τα δέντρα. αυτά ορίζουν, γνωρίζουν καιρό, ετοιμάζονται. τα φύλλα από τη ρίζα τους κιτρινίζουν. από το σαράκι τους. τη βλέπω. σκυμμένη ακόμα. της μιλώ. δεν το κάνω για τους ανθρώπους, λέει. για τα ζωντανά μόνο, που δεν έχουν χέρια  να μαζέψουν. κράζουν τα πουλιά, ελάτε βοηθήστε μας,  και δεν τ' ακούμε. δεν το κάνω για μας. σκύβει και συνεχίζει. το πρόσωπο της άλλαξε  τα χρόνια που έχω να τη δω. θαρρώ έγινε ανθρώπου νεογέννητου,  ουκ εκ του κόσμου τούτου, αγνού. αμνός, ίσως και λαμπηδων. ξωκλήσι στην άκρη του κόσμου. ο κόσμος τη λέει τρελή.

οι νυχτοφύλακες

Εικόνα
  είναι σα να σιωπουσαμε. να κωφευαμε -από ανάγκη- στην έξοδο σου. μα τώρα μιλάμε τα λόγια σου. τα ευαγγελικά αναγνώσματα σου. "Τίποτα δεν είναι νέο, τίποτα δεν είναι πλούσιο, αλλά όλα αρχέτυπα. Ανεβαίνω τη φασματική σκάλα. Που μόνο χαμάληδες και αρχέτυπα την ανεβαίνουν. Την ανεβαίνω κι εγώ. Που κατά κάποιον τρόπο είμαι χαμάλης και κατά έναν άλλο αρχέτυπο. Η νύχτα ήταν μεγάλη και οι νυχτοφύλακες λίγοι." ΝΙΚΟΣ Α.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΣΥΣΣΗΜΟΝ Ή ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ, βιβλίο πρώτο, κεφ.ΙΖ, 5 εκδόσεις Το Ροδακιο

"ο καιρός του σιγαν"

Εικόνα
  "Υπάρχει ένα είδος γιάτρισσας συγκέντρωσης που ανθίζει στις απώλειες  και στις καταστροφές" * "Υπάρχει μια διάσταση όπου ο.τι αρχίζει δεν τελειώνει " ΝΙΚΟΣ Α. ΠΑΝΑΓΙΩΤΌΠΟΥΛΟΣ σημείωμα στη μετάφραση του "Προμηθέα Δεσμώτη" του Αισχύλου, Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος,  2021, σχεδιασμός/παραγωγή Το Ροδακιο  φωτογραφία Κωνσταντίνος Πίττας 

στον θαλασσόκεδρο

Εικόνα
TOY NIKOY Α.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ έπιασε το νήμα του μυστηρίου το σύσσημον νήμα που κράτησε καθ' οδόν και το έφερε από τον Όμηρο ως τη Γυναίκα της Ζάκυθος,  από τα αναγνώσματα ως το κέλυφος του φωτός -αυτό το carmen seculare. αυτό τραγούδησε εν είδει θουρίου ώρες-ώρες κι άλλοτε ισοκρατώντας φλοίσβισμα προς νησιά Ταφικά και άγνωστα αιγαία πελάγη -αυτός ο κλειδοκράτορας της ζωής που φύλαγε γκόλφι την Ανάσταση και την προσκύναγε στο σκαμνάκι της γιαγιάς της Σμυρνιάς που απωλέσθη -άγνωστο πώς- σε μία μετακόμιση. αυτός ο Ποιητής. ο μετά τον Σολωμό -αφήνω έξω τον Καβάφη, παρακάμπτω του υπόλοιπους -αν είναι να' βρω το νήμα της γλώσσας,  κάνω το άλμα ως αυτόν, τον δυσεπίλυτο λίθο  -τον αχάτη- με όλο το    αχ    που' ταν και ψίθυρος και παραλήρημα παλίμψηστα κι ανάλεκτα και λόγια Κορυφαία. κρατώ τον αχ-άτη του φίλου Νίκου οσμίζομαι τη μοναξιά όπως οσμίστηκα την έξοδο -άλληκτοι λυγμοί προτού τη χώρα των δακρύων. προσκυνώ το σκεύος που φύλαξε το πνεύμα του -αυτό το σεπτό μαρτύριο, το σώμα

ήρθανε τα νήματα

Εικόνα
είναι τα νήματα ξανά που μας καλούν. είναι οι δρόμοι που μας δείχνουν,  οι παράλληλες διαδρομές,  η συνύφανση των αντιθέτων,  μα κυρίως η στιγμή  όταν υπογραμμίζουν με φωνή ψιθυριστή  πως εδώ δεν υπάρχουνε κόμποι,  πως εδώ -στον κάμπο του υφαντού- εδώ τουλάχιστον  όλα ενώνονται  ανεπαίσθητα, αγόγγυστα, αγαπητικά. σα να' ναι φωνή, προσευχή ή τραγούδι.

γίναμε όλοι θάλασσα

Εικόνα
 

το χρώμα

Εικόνα
είμαι το κόκκινο της κόρης μου Μαρίας. είμαι το δικό της χρώμα. παίρνω κλαδάκι και γράφω τα λόγια της, με χνάρια λουλουδιών και φύλλα - φτερά ζωγραφίζω την αγάπη της. άλλο χρώμα -πλην τούτου- δεν έχω. /προεκλογικη και μετεκλογική αφήγηση. το ανθρώπινο ή η πολιτική αχρωματοψία. αυτό να θέλω, ήθελα, είχα ανάγκη να πω. να πω για τη γαλήνη./

αποσκευές

Εικόνα
  ΞΑΝΑ Κατέβασα τον Καβάφη την Αλεξάνδρεια του 1905            της Πηνελόπης του Ίωνα το Σινά του Καζαντζάκη τον Θεοτοκά        την έρημο του Χιλλ τον Δαυίδ  κι ύστερα με άλλη ευλάβεια  τον Ανώνυμο της Αιγύπτου -τον Εκείνον την Εκείνη- και το Άσμα του Σολομώντα  - τον Νυμφίο τη Νύφη- και ένα χειρόγραφο σε περγαμηνή να ψιθυρίζει το ίδιο άσμα σε μελάνη μαύρη και άνθη αλικα πορφυρά και πράσινο των βλαστών  κάλεσα τους ποιητές - ενωμένους στη λωρίδα της Γάζας - κάλεσα τους ποιητές τους Θεούς τους έφερα κοντά μακριά από τα τείχη των δακρύων μόνο με την παλάμη της καρδιάς  τους άφησα να μιλήσουν - ετοιμάστηκα για το ταξίδι /χειρόγραφο του Άσματος από τον  π. Νικηφόρο Μαναδη σε περγαμηνή χειροποίητη στεγνωμενη κάτω από το Σινιατσικο,  Άσκιο όρος, Εορδαίας γης /

των Μυροφόρων

Εικόνα
εδώ. να στεγνώνει ο Επιτάφιος. να φλέγεται η Ανάσταση.

πατρίδα από λέξεις

Εικόνα
  ΟΠΩΣ ΟΛΟΙ ΤΑΞΙΔΕΥΟΥΜΕ Όπως όλοι ταξιδεύουμε, όμως πουθενά  δεν επιστρέφουμε. Σα να 'ταν το ταξίδι δρόμος των νεφελων. /..../ Μια πατρίδα έχουμε από λέξεις. Μίλα, μίλα,  το δρόμο μου με πέτρα πάνω στην πέτρα να στρώσω, Μια πατρίδα έχουμε από λέξεις. Μίλα, μίλα,  το τέλος τούτου του ταξιδιού να αντικρίσουμε. ΜΑΧΜΟΥΝΤ ΝΤΑΡΟΥΪΣ περιοδικό "Κουκούτσι",  τχ.2, άνοιξη - καλοκαίρι 2010 Αφιέρωμα στην Παλαιστινιακή ποίηση μτφρ. Στάθης Κομνηνός