Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2021

ένας σκοτεινός και ένας φωτεινός κύριος

Εικόνα
  “ Ο σκοτεινός κύριος του Βέρτεκοπ ”. Ιερώνυμος Πολλάτος. Το ένα μυστήριο σε πάει στο άλλο. Και μόνο στο τέλος, κλείνοντας την ανάγνωση, μαθαίνεις πόσο κοντινό είναι αυτό το μυστήριο, ως τόπος τουλάχιστον, πόσο δίπλα είναι η Σκύδρα. Το μυθιστόρημα του Πολλάτου διασχίζει το Ιόνιο για να κλειστεί στα βουνά της Μακεδονίας, “ τα αγέρωχα μακεδονικά βουνά ”, να περάσει το κλεινόν άστυ και να επανακολληθεί, κάπως αργά, με τον ομφάλιο τόπο. Το διασχίζει ο χρόνος, από τον ισοπεδωτικό σεισμό στη Ζάκυνθο του 1953, στον εσωτερικό σεισμό της απώλειας, όταν αυτή εμπλέκεται με την ενοχή. “ Η ενοχή μπορεί ποτέ να γίνει μελαγχολία; ” το ερώτημα παραμένει τρομακτικά μετέωρο. Το διασχίζει ένας φωτεινός ποιητής και ένας σκοτεινός αναγνώστης. Τα σκοτάδια του Σολωμού τον φέρνουν στο μέσα φως. Αυτό το φως που φωτίζει τα σκοτάδια του δεύτερου. Ο Σολωμός, τα χειρόγραφά του, κορυφαίες στιγμές λεκτικής ψηλάφησης του έργου του, λες και θέλει ο συγγραφέας να εγκιβωτίσει τα όσα νιώθει γι' αυτόν,

εκλάμψεις

Εικόνα
  ΔΕΝΤΡΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ Μετακόμισαν και φέτος.  Μ΄ ένα μονάχα άλμα σε χρόνο ανύποπτο κατεβήκαν απ' τον τοίχο που' χαν στοργικά αναληφθεί. Μ΄ ένα άλμα ένας-ένας κάθε βράδυ και ως τα Χριστούγεννα τρύπωναν σ' ένα από τα κλαδιά του μπερδεύονταν με τα ξύλινα παιχνίδια τις λαμπυρίζουσες μπάλες τα αστέρια τα αναβοσβήνοντα λαμπάκια. Τα τελευταία βράδια άφηναν χώρο σε κείνους που προσφάτως είχαν βρει τη θέση τους στον τοίχο. Δεν ήξεραν  τους είπαν όμως οι προηγούμενοι πως μ' ένα άλμα -ένα μικρούλι άλμα χρειάζεται μοναχά- κι ύστερα εύκολα  όλα είναι εύκολα δίχως να το καταλάβεις καν έχεις περάσει απέναντι στην άλλη όχθη της εορτής.  Έτσι κι έγινε. Με μια ανάσα και βρέθηκαν στο θάλπος. Τι όμορφα από εδώ τι γιορτινά χαλάρωσε λες το μειδίαμά τους  ζεσταθήκαν  ένα φωτοστέφανο φάνηκε απάνω τους  ανέλπιστα γιορτινό. Ήταν το τελευταίο βράδυ. Ξημέρωνε Χριστούγεννα.  Μια λύπη μια νοσταλγία κάρφωνε αργά-αργά τους άλλους αυτούς που τους βρήκε το βέλος κατάστηθα.  Τα παιδιά χαίρονταν αδημ

εις μνήμην

Εικόνα
  Η μνήμη έχει μέσα της το “σκέπτομαι” από την ινδοευρωπαϊκή καταγωγή της. Και το μνημόσυνο έχει μέσα του τη μνήμη. Και η Μνημοσύνη γεννήθηκε από τη Γη και τον Ουρανό. Και από τη Μνημοσύνη γεννήθηκαν οι εννέα μούσες, μία για κάθε βράδυ που εκείνη αντάμωσε με τον Δία. Από τις δικές της μνήμες γεννήθηκε η Τέχνη. Θυμούμαι. Δυο οι ποταμοί στον Άδη, ο ένας για να θυμάσαι, ο άλλος για να λησμονάς. Κι όταν είσαι στον Άδη, πρέπει έναν από τους δυο να πάρεις για να συνεχίσεις. Κι άλλοτε πρέπει να λησμονάς. Κι έρχεται πάλι έπειτα ο καιρός για να θυμάσαι. Εις μνήμην. Θυμούμαι σήμερα. Την ορφάνια των φίλων. Όταν ήταν όλοι τους εκεί. Όταν άρχισαν ένας-ένας να ανεβαίνουν. Ακαριαία, αιφνίδια, τρομακτικά. Στον παρόν της τότε γραφής σχεδόν προφητικά. Τους ανακαλώ ως μνημόσυνο. Ανακαλώ τη στιγμή ως μνημόσυνο. Και μνήμη. Ως τάμα στη Μνημοσύνη.

Το κοριτσάκι με την πόρτα

Εικόνα
  Το κοριτσάκι με την πόρτα Μας άρχισαν με τα παραμύθια στα γόνατα των γιαγιάδων μας άρχισαν με τον πιο ακατάλληλο πρόλογο, με την πιο επικίνδυνη εισαγωγή ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ Και σα να εξατμίστηκε το σινιάκι. Και τότε φάνηκε. Άχνισε η κορυφογραμμή. Προμήνυμα χειμώνος. Αφού εκρήγνυσαν τα χρώματα και τώρα σκοτείνιασαν. Κίτρινα πρωτεύοντα και όλα τα ενδιάμεσά τους ως το αιμάτινο κρεμεζί. Χρυσαφένια, κεχριμπάρι, πορτοκαλί. Πορφυρά, άλικα, κοκκινοφόρα. Λαμπάδιασαν τα βουνά και τώρα επέστρεψαν, πήραν τα δέντρα το χρώμα της γης,  μουλιάζουν τα φύλλα στο μεταξύ, χώμα και χώμα. Τέφρα φετινή. Χιόνι. Είπα κρεμεζί. Αιμάτινο κρεμεζί.  Οι Σπαρτιάτες έβαφαν τους χιτώνες τους κρεμεζί,  να μη φαίνεται το αίμα, όταν λαβώνονταν στη μάχη. Θα μας χρειαστεί το κρεμεζί. Πώς αλλιώς να κρύψεις τόσο αίμα. Γύρω αίμα όπως χώμα, πολύ το χώμα, πολύ το αίμα. Θα χρειαστεί το κρεμεζί. Πώς αλλιώς να σκεπάσεις, να το σκεπάσεις, το άδικο αίμα, πώς αλλιώς να το καλύψε

ο δρόμος της λίμνης

Εικόνα
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ αυτός και κοντοστάθηκε είναι ο δρόμος της λίμνης είπε με τη σιγουριά και τη βεβαιότητα του αναπότρεπτου έδειξε μακριά κι ακίνητος ήδη τον περπατούσε ήδη πως τον περπάτησε από παλιά πως χάθηκε μέσα σ' αυτόν άφησε να φανεί ⧫ σωπαίνουν τα δέντρα και αφουγκράζονται την αντάρα ακούν  προτού να ξεσπάσει ⧫ ΔΕΝΤΡΟ έστεκε κι αγνάντευε τη λίμνη πέρα μισό ξερό μισό χλωρό και ο κορμός στην όχθη ⧫ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ φωνές πουλιών επαπειλούμενων σε λίμνη μυστική που καταφύγαν γύρω βουνά σαν τείχη τη φυλάγουν κόρη χτισμένη σε καστρόπυργο ⧫ ΚΑΡΟ σαν κάρο φορτωμένο την παγωμένη λίμνη θα σταθεί θα την περάσει με τον φόβο της ρωγμής που θα τον αψηφήσει παρά το άχθος των αιώνων        παρά της θλίψης ⧫ ήρθαν τα δέντρα στον ύπνο μου με σκέπασαν                         οξιές και βελανιδιές και έλατα ⧫ ΕΛΑΦΙ ήτον οπωσδήποτε ελάφι. έτρεχεν εις τον κάμπον διέσχιζεν  τους δρυμούς ελάνθανε παραχθίως εις τας λίμνας. ήτον αλαφιασμένο. ουδείς ήξευρεν το διατί. ετούτο εννόει ότι ανεζήτει το φως. κρυ

νήματα

Εικόνα
  Νήματα. Σε νήματα η ομορφιά. Νήματα οι στιγμές της ομορφιάς. Αυτός ο ελάχιστος πορφυρός στήμονας. Στη μεταμόρφωσή του να γίνεται ήλιος. Χρυσάνθεμος. Μες στη φωλιά των πετάλων. Αυτού του πανάρχαιου μωβ. Ανεκτίμητο νήμα η ομορφιά. Σκύβεις και συλλέγεις. Οι καρποί σε θέλουν σκυφτό. Ενώνεσαι -μέσα σε μια κίνηση- με όλο εκείνο το ποτάμι μιας αρχαίας συγκομιδής. Δίχως να το πολυκαταλάβεις έχεις ξεκολλήσει από μια τοιχογραφία της Θήρας. Έρχεσαι από την εποχή του Χαλκού. Πέρασες το Αιγαίο. Έχεις αρχαία καταγωγή. Μέσα σου ανασαίνουν το πριν και το μετά. Γίνεσαι χρόνος. Θυμάσαι, στο θέατρο Νο μια κίνηση είναι ένα ολόκληρο ταξίδι. Χέρια. Ο χρόνος ενώνει τα χέρια.  Τα πέταλα τόσων χρόνων -μιας ζωής- ενώνουν τα χέρια.  Ζωγραφίζονται τα χέρια, τα ρούχα, από αυτόν τον μόχθο. Ο κύριος Βασίλης, η κυρία Ελένη. Εκατοντάδες άλλοι. Κάθε χρόνο. Αιώνες τώρα. Χαράματα ή και σούρουπα. Όταν το λουλούδι σε καλεί -στην καλύτερή του ώρα. Τους καλεί. Οικογένειες, φίλοι, νυ

τους είδαμε σε μακρινό ταξίδι

Εικόνα
ΜΕΣΟΒΟΥΝΟ  από τότε είπε η γερόντισσα την πόρτα εβδομήντα τόσα χρόνια ένα βράδυ δεν την κλείδωσα μήπως και κάποιος απ' όλους τους γυρίσει μήπως και φανεί μη βρει το σπίτι του κλειστό μην πει πως δεν τον περιμέναν                           28 Οκτωβρίου 2018                   Όλγα Ντέλλα

ήταν ένα πλατύ ποτάμι

Εικόνα
  Αυτές τις μέρες -θες δε θες- επιστρέφουν. Τα κείμενα, οι τόποι, οι άνθρωποι, τα κενοτάφια. Αυτά τα τελευταία περίσσεψαν στον τόπο. Επιστρέφουν τα τραγούδια. Εγείρονται. Ξενυχτάνε. Μέσα σε αυτά ήρθε “Το πλατύ ποτάμι” του Μπεράτη. Μαζί του στο ίδιο ράφι δίπλα δίπλα η ομιλία του Θανάση Βαλτινού, της πανηγυρικής συνεδρίας της 26ης Οκτωβρίου 2010. Θέλω να αντιγράψω σήμερα κάτι από τα λόγια του. Μέσα σε όλα τα άλλα που ακούστηκαν, θα ακουστούν, θα διαβαστούν -λιθαράκι όπως ταιριάζει στη στιγμή και τη διάθεση. “ Εορτάζουμε την 70ή επέτειο μιας μεγάλης ημέρας. Τιμούμε τη μνήμη όλων εκείνων που σε μια δύσκολη στιγμή για τον κόσμο στάθηκαν όρθιοι μπροστά στην Ιστορία. Ο πόλεμος του 1940 για τους Έλληνες ήταν άδικος και απρόκλητος. Αντίθετα με όσα διαλαλούσαν οι σχετικές αφίσες των έγχρωμων τσολιάδων με τα φουντωτά τσαρούχια, οι άντρες που έτρεξαν να πολεμήσουν για να υπερασπιστούν τα σπίτια τους, τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους δεν ήσαν γίγαντες. Ήσαν συνηθισμένοι άνθρωποι, βιοπαλ

ήλιος στη σκοτία

Εικόνα
  Ένα δέντρο στη Μεθώνη. Ένας ήλιος. Μια μέρα μετά από έναν ακόμη χαμό. Ωστόσο ήλιος. Ήλιος όπως και να' ναι. Ήλιος στη σκοτία ξανά.  Ο.Ν.

Τρία φθινόπωρα συν ένα

Εικόνα
  Η μοναξιά του κάλλους. Τρία φθινόπωρα συν ένα. σκέψεις πάνω στα ποιήματα του Ηλία Κεφάλα "Ο γραφέας του φυσικού έπους" εκδόσεις Θράκα, Ιούλιος 2021 Είναι “ο γραφέας του φυσικού έπους”. Ο “όλο βροχές”. Ο “εντός του δάσους”. Ο “πάλι φθινόπωρο”. Ο “μικρό φθινόπωρο”. Ένα “μικρό, αμήχανο φθινόπωρο”. Η “ρυτίδα” του “συνομήλικου ρυακιού”. Είναι “το χώμα”, όταν γύρω του υψώνεται ο ουρανός. Τα δέντρα είναι ο ουρανός. Τα δέντρα που ακούν τη φωνή του. Των δέντρων που ακούει τη φωνή. ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ Λεύκες που δυσπιστούν προς τον ορίζοντα Μονήρη κυπαρίσσια που αγνοούν το χώμα Βράχοι ασπρισμένοι που διδάσκουν Νωθρότητα κι υπομονή Κι ένα ρηχό ποτάμι ανάμεσά τους Όλο να σταματάει δίβουλο Και πάλι δίβουλο να ξεκινάει Αυτά σε πρώτη θέαση Επειδή πιο πίσω εγώ Γι' αυτά που μόλις είπα Κι εκείνα που δεν μπόρεσα να πω Επιμένω να ζω εδώ Υπακούοντας πιστά σε κάτι αόριστο Αν είναι αίνιγμα δεν ξέρω να το λύσω 28 Νοεμβρίου 2018 Ο χρόνος είναι φθινόπωρος.

του Θάνου σήμερα

Εικόνα
  Μουσική του Θάνου Ανεστόπουλου για την παράσταση  " Και θα σφάξουμε το κουνέλι. Η ζωή είναι ωραία. Η ζωή είναι καλή. Θα σφάξουμε το κουνέλι "  της Σοφίας Καρώνη και της Αγγελική Παπαθεμελή. Κείμενα: Lewis Carroll, Virginia Woolf. Μ' αυτά και μ' αυτά θυμάται κανείς  -τους κεραυνούς που πέρασαν από τον τόπο. 

της Παυσολύπης

Εικόνα
  Η καρδιά της ξεδιπλώνεται.  Από mater dolorosa ως την Παυσολύπη.  Από την Παυσολύπη στην οδύνη ξανά.  Με ενδιάμεσους σταθμούς που βαρύνουν άλλοτε το φως και άλλοτε το σκοτάδι. Φορά το πρόσωπό μας. Την ευχή, την προσευχή, τη λαχτάρα. Την αναμονή.  Φορά την οδύνη. Γι' αυτό.  Γι' αυτό την αναγνωρίζουμε. Και τη ζωγραφίζουμε. Ψηφίδα-ψηφίδα στήνουμε το πρόσωπό της.  Άλλοτε με φως άλλοτε με σκοτάδι. Ακόμα και το σκοτάδι -το σκοτάδι- το ξορκίζουμε μιλώντας το,  ώστε να γίνει φως και αυτό.  Η Θαλασσινή, η Γλυκοφιλούσα, η Γκρεμιώτισσα. Η Αιματούσα, η Ακατάβλητος, η Κατευοδώτρα. Η Αμπελοκήπισσα, η Άνασσα, η Αναφωνήτρα. Η Εγκλειστριανή, η Θολοσκέπαστη, η Υπακοή. Η Οξεία Βοήθεια, η Δεόμενη, η Δακρυρροούσα. Η Εσφαγμένη, η Ηλιόχαρη, η Άγιο Γάλας.  Η Καλυβιανή, η Κρίνα, η Μαχαιρωμένη. Η Παραμυθία, η Προσφυγιά, η Ρόδο το Αμάραντο. Η Επίσκεψις, η Χρυσοχεριά, η Ανθοφορούσα. Η Πορφυρά, η Αγριλίων, η του Βουνού. Η Στάζουσα, του Χάρου, η Μπαλωμένη. Η Χελιδονού, η Βελανιδιά, η Γοργόνα, η Μαυρομάτα

ας προσευχηθούν τα δέντρα

Εικόνα
  Βλέπω τούς ανθρώπους ως δένδρα περιπατούντας Κατά Μάρκον, κεφ. η', στ.24 Πίσω από το τζάμι έβλεπα τα έλατα να γέρνουν από τη μέση του κορμού και να σκύβουν, σχεδόν να ακουμπάει η κορφή τους στο χώμα, ή να πέφτει με ορμή το ένα πάνω στο άλλο, τα κλαδιά τους να πλέκονται δίνοντας σχήματα παράξενα στη βουή του ανέμου. “Έχουν πολλά να πουν μεταξύ τους [...]. Μόνο στις θεομηνίες συνομιλούν. Όλο τον καιρό τούτα τα δέντρα στέκουν βουβά κι ακίνητα, το καθένα κλεισμένο στον εαυτό του, και προσεύχονται”. Όσα δέντρα απέμειναν ας προσευχηθούν αυτά. Ας προσευχηθούν οι άνθρωποι-δέντρα. Αυτά τα ανθρωπόμορφα δέντρα, τα προϋποθέτουμε, εμείς οι δεντρόμορφοι άνθρωποι που λησμονήσαμε πόσο δεντρόμορφοι κατ' ουσίαν είμαστε.   Κι ύστερα ας κλάψουμε. Μπορούμε ακόμα να θρηνήσουμε για το καθένα από αυτά.  Για το κάθε σπίτι που' ναι δέντρο. Για το κάθε δέντρο που' ναι σπίτι. Σ' αυτόν τον ακήρυχτο πόλεμο μπορούμε ακόμα να προσφέρουμε θυσίες εξιλαστήριες,  να ελπίζουμε ίσως,  έστω και αν η