Αναρτήσεις

της Φωτεινής του Μολύβου

Εικόνα
Η κλειστή πόρτα θα μισανοιξει. Μπροστά εκείνη, άγρυπνη,  στο ρόδινο της αυγής,  ακροπλωρη, αφού διέσχισε το Αιγαίο ξανά  και φούσκωσαν τα κύματα που τη νιώσανε  και κείνος, ο γλάρος, άνοιξε τα φτερά του  πάνω από το λιμάνι,  μήνυμα πως η ιστορία βλέπει και κείνη βλέπει, αλλιώς βλέπει, το μακριά να ναι αλλιώς κοντά. Η Ψαπφα, ο Βενέζης, ο Νάσος, ο Εφταλιωτης, ο Μόλυβος.  Όλοι εκει, ορθανοιχτοι, άγιοι και σαλοι και άγγελοι την περιμένουν. Η πόρτα της μισάνοιχτη, εκείνη εκεί,  μπροστά της, χρόνια πέντε μακριά,  τώρα εδώ ξανά,  μισό πιθάρι,  ενώθηκε με ο.τι ήταν από πάντα ενωμένο, τώρα όμως εδώ, στην πόρτα της και πίσω της προβάλλουν, στριμώχνονται  να ελευθερωθούν ξανά, δέντρα και κοπέλες, παλληκάρια, οι παππούδες, οι γιαγιάδες της,  η ροδιά, η ελιά,  η ελιά, ναι, προπάντων αυτή, η ελιά που ρίζωσε ξανά και  καρπισε το πέλαγος.  κι έκανε το μαύρο, μπλε, ναι, μπλε,  και τα λιθάρια να ανθίσουν  γιατί αγάπησε και δεν έπαψε ως το τέλος  να θυμάται. Μνήμη Φωτεινής Φραγκούλη  από τον Μόλυβο πια,

η Πλατυτέρα αγκαλιά

Εικόνα
  ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΊΑ Μιλῆστε Της ἐλεύθερα, πῆτε Της. Εἶναι δικιά μας, ξέρει. ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ 🌱 /ξωκκλησι Παναγίας.  Εμπόριο, Δυτική Μακεδονία/

οι νυχτοφύλακες ή ξωκκλησι

Εικόνα
είναι μια γυναίκα, ο κόσμος τη λέει τρελή. έξω χαράματα, μάζευε από το πλάι των δρόμων σκουπίδια, ντενεκεδες, χαρτοκουτα, πλαστικά. δεν της μίλησα.  πήρα το δρόμο των βουνών. πάνω οι ανεμοφασιστριες ετοιμάζονται. οι δρόμοι σκαφτηκαν, τα ζώα λουφαξαν,  τα περάσματα έρημα. παντού ο άνθρωπος. και η ασχήμια που σκορπά. η δυσωδία. κατεβαίνω. κλαίνε τα βουνά, τα δέντρα. αυτά ορίζουν, γνωρίζουν καιρό, ετοιμάζονται. τα φύλλα από τη ρίζα τους κιτρινίζουν. από το σαράκι τους. τη βλέπω. σκυμμένη ακόμα. της μιλώ. δεν το κάνω για τους ανθρώπους, λέει. για τα ζωντανά μόνο, που δεν έχουν χέρια  να μαζέψουν. κράζουν τα πουλιά, ελάτε βοηθήστε μας,  και δεν τ' ακούμε. δεν το κάνω για μας. σκύβει και συνεχίζει. το πρόσωπο της άλλαξε  τα χρόνια που έχω να τη δω. θαρρώ έγινε ανθρώπου νεογέννητου,  ουκ εκ του κόσμου τούτου, αγνού. αμνός, ίσως και λαμπηδων. ξωκλήσι στην άκρη του κόσμου. ο κόσμος τη λέει τρελή.

οι νυχτοφύλακες

Εικόνα
  είναι σα να σιωπουσαμε. να κωφευαμε -από ανάγκη- στην έξοδο σου. μα τώρα μιλάμε τα λόγια σου. τα ευαγγελικά αναγνώσματα σου. "Τίποτα δεν είναι νέο, τίποτα δεν είναι πλούσιο, αλλά όλα αρχέτυπα. Ανεβαίνω τη φασματική σκάλα. Που μόνο χαμάληδες και αρχέτυπα την ανεβαίνουν. Την ανεβαίνω κι εγώ. Που κατά κάποιον τρόπο είμαι χαμάλης και κατά έναν άλλο αρχέτυπο. Η νύχτα ήταν μεγάλη και οι νυχτοφύλακες λίγοι." ΝΙΚΟΣ Α.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΣΥΣΣΗΜΟΝ Ή ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ, βιβλίο πρώτο, κεφ.ΙΖ, 5 εκδόσεις Το Ροδακιο

"ο καιρός του σιγαν"

Εικόνα
  "Υπάρχει ένα είδος γιάτρισσας συγκέντρωσης που ανθίζει στις απώλειες  και στις καταστροφές" * "Υπάρχει μια διάσταση όπου ο.τι αρχίζει δεν τελειώνει " ΝΙΚΟΣ Α. ΠΑΝΑΓΙΩΤΌΠΟΥΛΟΣ σημείωμα στη μετάφραση του "Προμηθέα Δεσμώτη" του Αισχύλου, Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος,  2021, σχεδιασμός/παραγωγή Το Ροδακιο  φωτογραφία Κωνσταντίνος Πίττας 

στον θαλασσόκεδρο

Εικόνα
TOY NIKOY Α.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ έπιασε το νήμα του μυστηρίου το σύσσημον νήμα που κράτησε καθ' οδόν και το έφερε από τον Όμηρο ως τη Γυναίκα της Ζάκυθος,  από τα αναγνώσματα ως το κέλυφος του φωτός -αυτό το carmen seculare. αυτό τραγούδησε εν είδει θουρίου ώρες-ώρες κι άλλοτε ισοκρατώντας φλοίσβισμα προς νησιά Ταφικά και άγνωστα αιγαία πελάγη -αυτός ο κλειδοκράτορας της ζωής που φύλαγε γκόλφι την Ανάσταση και την προσκύναγε στο σκαμνάκι της γιαγιάς της Σμυρνιάς που απωλέσθη -άγνωστο πώς- σε μία μετακόμιση. αυτός ο Ποιητής. ο μετά τον Σολωμό -αφήνω έξω τον Καβάφη, παρακάμπτω του υπόλοιπους -αν είναι να' βρω το νήμα της γλώσσας,  κάνω το άλμα ως αυτόν, τον δυσεπίλυτο λίθο  -τον αχάτη- με όλο το    αχ    που' ταν και ψίθυρος και παραλήρημα παλίμψηστα κι ανάλεκτα και λόγια Κορυφαία. κρατώ τον αχ-άτη του φίλου Νίκου οσμίζομαι τη μοναξιά όπως οσμίστηκα την έξοδο -άλληκτοι λυγμοί προτού τη χώρα των δακρύων. προσκυνώ το σκεύος που φύλαξε το πνεύμα του -αυτό το σεπτό μαρτύριο, το σώμα

ήρθανε τα νήματα

Εικόνα
είναι τα νήματα ξανά που μας καλούν. είναι οι δρόμοι που μας δείχνουν,  οι παράλληλες διαδρομές,  η συνύφανση των αντιθέτων,  μα κυρίως η στιγμή  όταν υπογραμμίζουν με φωνή ψιθυριστή  πως εδώ δεν υπάρχουνε κόμποι,  πως εδώ -στον κάμπο του υφαντού- εδώ τουλάχιστον  όλα ενώνονται  ανεπαίσθητα, αγόγγυστα, αγαπητικά. σα να' ναι φωνή, προσευχή ή τραγούδι.