Αναρτήσεις

το εισόδημα του ποιητή Σπύρου Θεριανού

Εικόνα
  Το εισόδημα 1 του ποιητή Σπύρου Θεριανού Ένα μικρό βιβλιαράκι -λιτό. Εγκάρδιο, αν μιλήσει κανείς για απλότητα. Ειλικρινές. Ανεπιτήδευτο. Εμβριθές την ίδια ώρα. Ένα βιβλιαράκι-εισόδημα από χαϊκού. Οι λέξεις είναι σύμπαν στο χαϊκού -γνωστό. Οι λέξεις είναι ιερές και εύφλεκτες, όταν χαρτογραφούν την ψυχή. Εδω συμβαίνει. Ρίγησα όταν το μπαστούνι του τυφλού με ακούμπησε. Χαϊκού σαν παιδικές ζωγραφιές. Μια έκπληξη σε κάθε βήμα, όταν ο κόσμος παραμένει μη εκστασιασμένος. Τα χαϊκού του Σπύρου Θεριανού παραμένουν έκπληκτα, μεταφέρουν το σπινθηροβόλο -φως ή σκοτάδι. Το επιφώνημα, το ερώτημα, την παύλα, τον θαυμασμό. Θα μπορούσαν να είναι υδατογραφίες ίσως -αν δεν ήταν ως τίτλοι σε παιδικές ζωγραφιές. Βόλτα με φακό δες! στην ακροθαλασσιά σγουρά χταπόδια. Ούπς! σε τρόμαξα και μικρό βατραχάκι πηδάς στο νερό. Όραμα είναι; στο κανάλι η βάρκα ήσυχα λάμνει. Βρέχει από χθες - τρυφερός καταρράκτης έξω στους τοίχους. Ο μικρός ψαράς κρύβει στο καλάθι του ψάρια κ

το δικό μας Αίπος

Εικόνα
  “ το δικό μας Αίπος” δυο λόγια πάνω στην ομώνυμη έκθεση φωτογραφίας του Νίκου Χούλη οδός Ομήρου, Πιτυός, Βόρεια Χίος, 30 Ιουλίου -1 Αυγούστου 2021 Δες! Δες, καλή μου! Είναι ακριβώς μπροστά σου όλα, ολοφάνερα. Μπορείς να δεις ΣΟΦΟΚΛΗΣ Χρόνια ανεβαίνει αυτός ο άνθρωπος -ποιητής είναι- ανεβαίνει κατεβαίνει σκαρφαλώνει βυθίζεται χάνεται -πηγάδια σπηλαιοβάραθρα αλώνια μάντρες ξεροτρόχαλα ο Άη Γιώργης οι δρύδες το Ρημόκαστρο οι αστιφίδες οι ατσιδόπετρες τα κρινάκια τα δέντρα αθρώποι-δέντρα η Σταυρινή ο Αντωνάκης ο Γιάννης ο Αργύρης ο Χρήστος ο Μάρκος η θάλασσα πάντα η θάλασσα όριο όρος η θάλασσα το όριο που' ναι το Αίπος όταν το Αίπος από μόνο του είναι νησί άγονη γραμμή βραχονησίδα σώμα που άγιασε μες στη σιωπή (το βεβαιώνει κι ο Άνεμος, κάτοικος μόνος, πέρασμα, γέφυρα ο άνεμος, φεύγει, κατεβαίνει ανταμώνει εκείνη που' ναι η θάλασσα, της φέρνει μηνύματα την κάνει να ριγά κουβαλά όλα όσα του' δωσε εκείνος που' ναι ναός “ Ναός το Αίπος, ναός μες στ

ένας γέροντας

Εικόνα
  ανεβαίνει σκυφτός μέσα στο σούρουπο δε διάλεξε τον δρόμο για το σπίτι του είπε να πάρει κι αυτός το δρόμο  π' οδηγούσε στο ξωκκλήσι της τα λιβάδια σκοτείνιαζαν πλάι του ο ήλιος είχε μόλις χαθεί  (χάνεται ο ήλιος σ' αυτά τα μέρη αν δεν τα ξέρεις κρύβεται νωρίς) τ' άλογα περιμέναν την αυριανή  ν' ανέβουνε στον Άγιο  όπως παλιά  να τον γιορτάσουνε να πάρουνε αγίασμα  αδημονούσαν  σιωπή  κι η Βλάστη πίσω του κι εκείνος προχώραγε  αργά αργά ν' ανάψει και φέτος το κερί του στην Αγία εκείνη φωτοστολίστηκε όταν τον είδε λαμπύρισαν τα δέντρα γύρω της φεγγοβολήσαν τα κρεμαστά καντήλια της  ίσως κι η εικόνα της προς στιγμή να σείστηκε  -μαζί τους- να τον καλωσορίσει όλος ο τόπος μυρόβλησε το πέρασμά του

Οι κάμποι του Antonio Machado

Εικόνα
  Μάτια που άνοιξαν στο φως για να πλανηθούν, μετά, τυφλά μες στη γη και, χορτάτα, να κοιτάν χωρίς να δουν. ANTONIO MACHADO Γεννιέται στις 26 Ιουλίου 1875 στη Σεβίλλη. Πεθαίνει τον Φεβρουάριο του 1939. Ήταν ένα βουερό δέντρο στον κάμπο, τραγουδιστής γλυκός της σιωπηλής πεδιάδας, που κράταε ένα λυγμό γεμάτο πίκρα πνιγμένον μες στον θρόο της φυλλωσιάς του. Ήτανε ένας τραγουδιστής γκρίζος και μαύρος κάτω από το μυστήριο της ωραίας σελήνης Ήταν “όπως ένα μοναχικό αγκάθι της πεδιάδας στη σκιερή στροφή” που άνθισε “μέσα στου δρόμου την αργή απραξία” τότε που “φυτρώνει η ολόανθη ώρα της αγάπης”. Ήταν “ο κάμπος που ονειρεύεται” όταν “η γη δε ζωντανεύει”. Ήταν η λύπη . αυτή “η λύπη που είναι αγάπη”. Ήταν οι λεύκες, “λεύκες της ακροποταμιάς του Δούρο, είσαστε μαζί μου, σας κουβαλάει η ψυχή μου!” Ήταν οι κάμποι που “μαζί του πάνε” που “φτάσαν στην ψυχή του” που “μέσα του έχουν κιόλας φωλιάσει”. Ήταν αυτός που έβλεπε ότι “ο δρόμος είναι μόνο χνάρια πάνω στ

οι Αρχάγγελοι του Θεοφάνη

Εικόνα
  Οι Αρχάγγελοι του Θεοφάνη του Κρητός Αν δει κανείς τους Αρχαγγέλους του Θεοφάνη του Κρητός, ίσως και να τους προϋποθέτει από εκεί και πέρα. Ο Θεοφάνης δημιούργησε γλώσσα -δηλαδή γλώσσα ερωτική- που σημαίνει αδύνατο να την αγνοήσεις. Γλώσσα ερωτική σημαίνει την απουσία εγκεφαλισμού. Σημαίνει άδειασμα, μη περιγραφή. Σημαίνει μη κατασκευή. Όπως το γράφει ο Σκαρτσής για τη γλώσσα της ποίησης: “Οι λέξεις πρέπει να είναι ποιητικές, δηλαδή πραγματικές, ελεύθερες. Πρέπει να γινόμαστε λέξεις, όπως η πραγματικότητα γίνεται εμείς. Όταν το σταματήσουμε αυτό με τις όποιες μας κατασκευές, όταν δηλαδή πάμε να γίνουμε δημιουργικοί, τότε η γλώσσα αδειάζει, γίνεται μιμητική ήχων, γίνεται ένας πεζός λόγος, φιλοσοφικός, περιγραφικός. Ή γίνεται ποίηση αριστοκρατική [...]. Όλ' αυτά λιγοστεύουν τον έρωτα και γεννάνε απορίες ή, χειρότερα ακόμη, γνώσεις. Από κει και πέρα σκορπιούνται όλα και η γλώσσα γίνεται αφηρημένη, [...] δηλαδή αυτό που έχουμε συνήθως σα γλώσσα απέναντι στα πράγματα [...] κι όχι ό

η Αντιγόνη της γέφυρας

Εικόνα
φωτογραφία: Κωνσταντίνος Ντέλλας Το θέατρο είναι ό,τι πιο εφήμερο. Το θέατρο είναι η ζωή. Ανεβαίνεις στην ορχήστρα και παίζεις. Κάθε παράσταση είναι ένα παιχνίδι. Κάτι παρασταίνεται, αποκαλύπτεται, οι σκέψεις γίνονται πράξεις. Οι πράξεις γράφονται ανεπίστροφα και γι' αυτό είναι τραγικές εξαρχής. Όπως η ζωή για τον ίδιο λόγο. Η “Αντιγόνη” του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ντέλλα ανέβηκε στις 20 και 21 Ιουλίου του 2018 στη μικρή Επίδαυρο. Ανέβαινα το δρομάκι προς τη χερσόνησο “νησί” από νωρίς. Σκυλιά ακούγονταν από μακριά να γαυγίζουν. Καμπάνες ακούγονταν να χτυπούν πένθιμα. Δεν ήταν άλλα σκυλιά. Δεν ήταν τυχαίες καμπάνες. Ο σκηνοθετικός τρόπος μάς υπέβαλε εξαρχής -ως μύηση. Όταν όλος ο τόπος προετοιμαζόταν να δεχτεί για μια ακόμα φορά το τίμημα προς την ελεύθερη πτήση. Οι θεατές προσέρχονταν σιωπηλοί, με δέος. Σιωπηλά μάς υποδείκνυαν και τον τόπο από όπου θα παρευρισκόμασταν στην τελετή. Σιωπηλά καθόμασταν ως να ξεκινήσει το δράμα. Κάθε περιττή κίνηση ή λόγος φαινόταν ιερ

κατά τα άστρα....ολομόναχος

Εικόνα
  " Κατά τα άστρα ....καταμόναχος” 1 Ο ήρωας - τι είναι και πώς χάνεται Σοφοκλής, Τραχίνιαι 2 Ο άνθρωπος - τι είναι και πώς χάνεται Θάλαμος. Ποιος θάλαμος. Άγνωστος παραμένει ο θάλαμος. Το δωμάτιο. Οι ώρες επισκεπτηρίου. Η ώρα θανάτου το ίδιο. Η στιγμή. Ο τόπος. Η εικόνα του προσώπου. Το σώμα. Η θέση του. Τα χέρια του. Το πρόσωπό σου. Ως να υπήρξες μέσα σε χαράκωμα και να' χεις ξεχαστεί εκεί και φως να μη βλέπεις ούτε και αέρα -ως να' χεις βυθιστεί νωρίτερα στον Κάτω. Να ζεις όμως. Να περιμένεις να ζήσεις ή να πεθάνεις. Και να παλεύεις μόνος. Και να παλεύεις με το σώμα -το σώμα σου- που νομίζεις, που όλοι νομίζουμε, ότι κατέχουμε κι έρχεται μια σπρωξιά, ένα χτύπημα απλό, να σου υπενθυμίσει απαλά ή και λιγότερο απαλά, την ευθραυστότητα. Αυτή τη θνητότητά σου. Υπάρχεις μέσα σε χαράκωμα. Γύρω σου τα βλέμματα είναι τυχαία βλέμματα. Οι κινήσεις, κινήσεις διεκπεραιωτικές. Γύρω σου οι άλλοι. Όχι οι οικείοι. Απλά οι άλλοι. Ο καθένας με τον τρόπο του. Άγνωστοι τρόπο