Αναρτήσεις

τα μεθεόρτια

Εικόνα
  "και τώρα οι δυο μας πάλι, γιέ μου" 1819 Δυτικά της Μακεδονίας

παραμονή

Εικόνα
  φτερουγίζει ο ύπνος της  /1819, Άγιος Γεώργιος Βλάστης,  Δυτική Μακεδονία /

μονόξυλο στο ποτάμι

Εικόνα
  Αν ο αφηγητής ήταν ένα δάκρυ στον κανθό του ματιού σου, δεν θα σε άφηνε ποτέ να κλάψεις. Γιατί φοβάται τον γκρεμό. Φοβάμαι το θάνατο . ΤΑΣΟΣ ΧΑΤΖΗΤΑΤΣΗΣ Μονόξυλο στο ποτάμι, εκδόσεις Πόλις, 2006 ΚΛΑΔΙΑ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Απ' έξω η φωτογραφία “κλαδιά” (1965-1969) του Γιάννη Στυλιανού, του αυτοδίδακτου φωτογράφου της Θεσσαλονίκης, που δώρισε το αρχείο του στο Μουσείο Φωτογραφίας λίγο πριν πεθάνει. Και μέσα κλαδιά γυμνά, οι φωτογραφίες που δεν τραβήχτηκαν, από στιγμές που δεν υπήρξαν. Εδώ, ο Τάσος Χατζητάτσης έχει τον λόγο. Και ο λόγος που επιστρέφω δεύτερη φορά προσπαθώντας να ολοκληρώσω την κατάβαση στο “ποτάμι” με το “μονόξυλό” του, είναι γιατί νιώθω τη λήθη σα σκόνη πηχτή πάνω του, όταν θυμάμαι ακόμα, μια φορά το 2006 που τον είδα στο “Εντευκτήριο”, το σχεδόν ακίνητο πρόσωπό του, το σχεδόν αδύνατο να σπάσει για κάποιον λόγο, το απόκρυφα τρυφερό. Σήμερα που ανακαλώ αυτό το αχνό είδωλο, βλέπω τις ρυτίδες, αυτές “τις ιστορίες στο μέτωπο”, “τις παράλληλες χαρακιές” που τον

του Σωτήρος

Εικόνα
  καλουδια στην εξώπορτα όταν η κυρά λείπει. ρόδα και νταλιες απ' τους κήπους καθ οδόν τσουκνιδοπιτα και σαλιαρια στ αλουμινόχαρτο. Δυτική Μακεδονία. του Σωτήρος. και του χρόνου τέτοια μέρα.

στον Γράμμο

Εικόνα
  Ανάβαση στον Γράμμο. Αρχές του Ιούλη. Σιωπή νεκρική, μιας αφανέρωτης νεκρικής ωδής “και το παν κατασωπαίνει” όπως το' πε ο Σολωμός. Στοιχειωμένα σώματα, άταφα αίματα, μνημούρια σκόρπια να επιβεβαιώνουν πως  το μονοπάτι χορτάριασε, τ' αγριολούλουδα θεριεύουν, ανθοβολούν,  είναι τα μόνα που γλυκαίνουν με τα χρώματά τους τ' ασυνήθιστα, το σπάνιο είδος τους,  τον δύσβατο τόπο -κι ένα κοπάδι γελάδια αφύλαχτο και δυο σκυλιά φύλακες  που λιάζονται πάνω στην άσφαλτο, σχεδόν έχοντας ξεχάσει πώς είναι να γαυγίσουν σε κάποιον ξένο,  αφού ούτε ξένος πια περνά, παρά σπάνια. Στο χωριό Γράμμος ένας πατέρας με τα δυο αγόρια του ρίχνουν πέτρες στον λιγοστό Αλιάκμονα, αν και φαντάζεσαι τις πηγές του να κατρακυλάνε από τις κορυφογραμμές. Όταν αυτή η σιωπή είναι ασήκωτη κι ας διαγράφεται η γραμμή των κορυφών απέναντι κι ας έχει ο τόπος μια ομορφιά που απλώνεται ανενόχλητη, πρωτόπλαστη ομορφιά, άγρια η μοναξιά, όμως, θες γρήγορα να περάσεις τα περάσματα, ακούς τις αφώναχτες φωνές, πνιχτές

"ος ο βοσκός"

Εικόνα
  “ Είναι ηλίθιοι οι άνθρωποι που θέλουν τη θεά της Σοφίας με περικεφαλαία και δόρυ. Πιο πολύ ταιριάζει σαν μια βοσκοπούλα ” ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ “ Αθηνά βοσκοπούλα ” ένα γλυπτό του Χαλεπά. Από πηλό. Μια νουβέλα της Ρέας Γαλανάκη. Από ερωτήματα. “Εις εαυτόν” ερωτήσεις, αν και τον καλεί σε συνομιλία, στήνει μαζί του διάλογο -μποτίλιες οι λέξεις της στα ντηνιακά βουνά, σκόρπια μαζέματα πηλού- εκείνος παραμένει ασφαλώς σιωπηλός, τα ερωτήματα εισβάλλουν, δε διεκδικούν καμία απάντηση, πόσω μάλλον τη σωστή, αφού αυτή λανθάνει μέσα στην ατόφια εσωτερική ζωή του -κι ίσως κι ούτε εκεί. Μια νουβέλα με τη μορφή λαβυρίνθου, όπου διαρκώς τραβιέσαι μέσα σε δίνες αποριών, κεκαλυμμένης και μακροχρόνιας σιωπής, κι ύστερα περιδινείσαι μέσα σε σκέψεις επαναλαμβανόμενες -το νιώθεις- είναι η δική της αγωνία που παλεύει να κατασιγάσει, η δική της αγωνία να ανασυνθέσει όλα τα επεισόδια της ζωής του με όποιο τρόπο μπορεί κι ας μην το μπορεί, όμως η γραφή εδώ εμφυσήθηκε από έρωτα και όπως γράφει “το π

το άνευ όρων και ορίων του θέρους

Εικόνα
  Σ' αυτόν τα βήματά της πάει. * Τόσο η αγάπη τους κρατάει που μες στο δάσος τη ζητάει * Όλο αυτό το δάσος ήταν θεοφώτιστο. Θα σας συμβουλεύαμε να κυνηγήσετε σ' αυτό το δάσος. Υπάρχει ένα ζώο τέτοιο που, αν μπορούσατε να το αιχμαλωτίσετε, θα γιατρευόσαστε απ΄τις πληγές σας. Τώρα είστε ελεύθερος να το ακολουθήσετε ή να τα παρατήστε. * Αν ήξερα πού να τη βρω, δε θα είχα τώρα να τη γυρεύω ΟΚΑΣΕΝ ΚΑΙ ΝΙΚΟΛΕΤ , μεσαιωνική γαλλική ερωτική ιστορία (μτφρ. Σπυριδούλα Ράνιο - Σωκράτης Λ.Σκαρτσής), εκδ. Καστανιώτη, 1989 Άνθρωποι που δε φοβούνται το άλμα προς τον Άλλον να κάνουν. Και πετούν. Γιατί αγαπούν. Και το φόβο τον ξορκίζουν. Και ο άλλος λόγος στέλνει τον καθένα από μας στη δοκιμασία που το παραμύθι προαπαιτεί, “αν το βαστά βέβαια η καρδιά του να πάει”. Κι η καρδιά τους το βαστά, γιατί κατά βάθος είνα