Το κοριτσάκι με την πόρτα

 



Το κοριτσάκι με την πόρτα



Μας άρχισαν με τα παραμύθια στα γόνατα των γιαγιάδων

μας άρχισαν με τον πιο ακατάλληλο πρόλογο,

με την πιο επικίνδυνη εισαγωγή


ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ




Και σα να εξατμίστηκε το σινιάκι. Και τότε φάνηκε. Άχνισε η κορυφογραμμή.

Προμήνυμα χειμώνος.

Αφού εκρήγνυσαν τα χρώματα και τώρα σκοτείνιασαν.

Κίτρινα πρωτεύοντα και όλα τα ενδιάμεσά τους ως το αιμάτινο κρεμεζί.

Χρυσαφένια, κεχριμπάρι, πορτοκαλί. Πορφυρά, άλικα, κοκκινοφόρα.

Λαμπάδιασαν τα βουνά και τώρα επέστρεψαν, πήραν τα δέντρα το χρώμα της γης, 

μουλιάζουν τα φύλλα στο μεταξύ, χώμα και χώμα. Τέφρα φετινή. Χιόνι.


Είπα κρεμεζί. Αιμάτινο κρεμεζί. 

Οι Σπαρτιάτες έβαφαν τους χιτώνες τους κρεμεζί, να μη φαίνεται το αίμα, όταν λαβώνονταν στη μάχη.


Θα μας χρειαστεί το κρεμεζί.

Πώς αλλιώς να κρύψεις τόσο αίμα. Γύρω αίμα όπως χώμα, πολύ το χώμα, πολύ το αίμα.

Θα χρειαστεί το κρεμεζί.

Πώς αλλιώς να σκεπάσεις, να το σκεπάσεις, το άδικο αίμα,

πώς αλλιώς να το καλύψεις, να μη φαίνεται, να μην υπογραμμίζει, να μη σπαρταρά.

Θα χρειαστεί να το κρύψεις, πώς να το κρύψεις,

το κοριτσάκι μες στην πόρτα, πώς αλλιώς να το κρύψεις.

Υπάρχουν κάμερες, κάμερες του ουρανού, υπάρχουν κάμερες, πολλές σκοτεινές κάμαρες, 

δείχνουν οι κάμερες, συγκρατούν, κλαίνε οι κάμερες.


ὃς ἐὰν δέξηται τοῦτο τὸ παιδίον ἐπὶ τῷ ὀνόματι μου, ἐμὲ δέχεται"


Κατά Λουκάν, κεφ.θ' στ.48


Ο Άντερσεν σίγουρα το ήξερε. Το είχε εξαρχής ψυλλιαστεί. Αδύνατον.

Αυτός ο κόσμος, αδύνατον, αδύνατο να ξεχορταριαστεί.

Από αυτόν τον κόσμο έλειψαν τα παραμύθια.

Γι' αυτό -μόνο γι' αυτό- επελαύνει απαραμύθητος. Γι' αυτό σκορπά τον τρόμο.

Αγέρωχα, υβριστικά, εφιαλτικά.


Ένα παιδί, κι άλλο παιδί, πολλά παιδιά, εδώ, εκεί, εδώ μια πόρτα, εκεί ένας τοίχος,

χιόνι, πολύ χιόνι, δρόμος, φανάρια,

άνθρωποι γύρω τους περνούν, αδιάφορα πάνω από τα πτώματά τους περνούν,

τα διασχίζουν,

αδυνατούν -αυτό είναι το πιο τραγικό- αδυνατούν να νιώσουν.

Να κάνουν το ελάχιστο βήμα στον άλλον.

Ν' αγγίξουν. Φοβούνται ν' αγγίξουν.

Από αυτόν τον κόσμο, δεν είναι πως έλειψε η αγάπη, αυτή η συμπαντική αίσθηση,

εξαφανίστηκε -ως δια τερατουργίας- η αφή.

Αφανίστηκε η όποια υγιής σχέση με τον Κόσμο 

-με αυτή την αυτονόητη, περιφρονημένη, ομορφιά- που μας περιβάλλει 

και που την αντιλαμβάνεσαι μόνο όταν ετοιμάζεσαι να αναχωρήσεις.

Αν προλάβεις στο μεταξύ ν' ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου να τη δεις.

Και η μόνη υγιής σχέση είναι πάντα και μόνο ο έρωτας,

έτσι ακριβώς όπως το έγραψε πριν λίγο καιρό ο Μπουκάλας με αρχή του το “Άσμα ασμάτων”:


"Τουλάχιστον όσων δεν λένε να πιστέψουν πως, αν υπάρχει Θεός, 

ο έρωτας είναι ένα από τα σπουδαιότερα δωρήματά του στον άνθρωπο"


Παντελής Μπουκάλας (14.11.2021)

https://www.kathimerini.gr/opinion/561585247/to-asma-asmaton-ena-goiteytiko-skandalo/



Ο έρωτας. Η ζέση που υπάρχει στην ανάσα της κάθε μέρας. Η ένθεη δίψα της κάθε μέρας.

Στο ξημέρωμα, στη δύση, στη μεσημβρία. Στο χαμόγελο των ανθρώπων.

Ο έρωτας.

Να παραμένεις ερωτευμένος μέσα στην όποια σταχτιά, μελανή, πραγματικότητα.

Να παραμένεις ενθουσιασμένος.

Να κοιτάς όπως κοιτούν τα μικρά παιδιά, με όλες τις διακλαδώσεις της ψυχής τους ανοιχτές,

με τα αυλάκια ορθάνοιχτα,

να ρίχνεις τις λέξεις της παραμυθίας κι αυτά εκεί,

να τεντώνουν τα μάτια τους από την ομορφιά του Κόσμου.

Να κοιτάς κι εσύ με τα δικά τους μάτια.

Να μαθαίνεις από την πηγή της αθωότητάς τους.

Να γίνεσαι Άνθρωπος.


Αναρωτιέμαι.

Πότε ακούσαμε για τελευταία φορά παραμύθια.

Πότε ακούσαμε “τον πιο ακατάλληλο πρόλογο, την πιο επικίνδυνη εισαγωγή”.

Πότε νιώσαμε για τελευταία φορά την εν δυνάμει σπίθα της ανθρωπιάς.

Αυτή τη σε χειμερία νάρκη δυνατότητα.

Ίσως -ίσως- τότε να σκοντάφταμε. Να μας σταματούσαν οι ίδιοι οι ήρωες των παραμυθιών.

Να μας υπαγόρευαν τα λόγια, τα βήματά τους.

Ίσως τότε να μην ήταν τόσο δύσκολο -τόσο αθεράπευτα δύσκολο- να νιώσουμε,

να αγγίξουμε,

να κάνουμε το βήμα προς τον άλλον.

Ίσως να μπορούσαμε να συμπληρώσουμε αυτό το "ένα" που λείπει, 

"έτι εν σοι λείπει"

που λείπει και γεννά λύπη,

αυτή την ψηφίδα που χωρίς αυτήν τίποτα δεν μπορεί να ιδωθεί ολόκληρο

αυτή τη δυστοκία

αυτή τη μισότητά μας

Ίσως, λέω.


Χαίρε, ω χαίρε, black γενιά.


Κυριακή, 28 Νοεμβρίου 2021
Του πλούσιου άρχοντα, Κατά Λουκάν ΙΗ΄, στ.18-27

[Η εικόνα είναι από το βιβλίο "Fairy tales and stories, Andersen, H. C., Tegner, Hans, b. 1853, ill; 

Brækstad, H. L. (Hans Lien), 1845-1915 New York: The Century Co.]

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

το σακάκι

Είσαι ο πανσέληνός μου. Γράφε το.

το δικό μας Αίπος

η επίσκεψη

η αναγνώριση

"Η Σκεπή" του Πέτρου

η Ελαφοκυράνη

τι είν' η πατρίδα μας

ανεμοδείκτες και υστερόγραφα

Εν' αλεξιβρόχιον